• Ενεργά Θέματα 
Η περιήγηση στον παρόντα ιστότοπο συνεπάγεται ότι συμφωνείτε με τους Όρους Χρήσης και την Πολιτική Χρήσης Cookies.

Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Θέματα ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 23 Νοέμ 2022, 11:38

Καταστροφη των Ψαρών (1824)

Η καταστροφή των Ψαρών ήταν πιο ολοκληρωτική και σήμανε ένα ακόμη πιο ολέθριο πλήγμα. Λόγω της στρατηγικής του θέσης στο ανατολικό Αιγαίο, αφού έλεγχε τη διέλευση όσων οθωμανικών πλοίων έβγαιναν από τα Δαρδανέλια, το νησί αποτελούσε από καιρό ένα αγκάθι στα πλευρά της αυτοκρατορίας. Όπως και στην περίπτωση της Κάσου, η επικείμενη απειλή ήταν γνωστή εκ των προτέρων στην ελληνική κυβέρνηση, που όμως δεν έκανε τίποτα. Το έργο της καθυπόταξης των Ψαρών ανατέθηκε στον παλιό εχθρό του Μεχμέτ Αλή, τον καπουδάν πασά Χοσρέφ, που την προηγούμενη χρονιά είχε εισαγάγει σαρωτικές μεταρρυθμίσεις στο οθωμανικό ναυτικό. Ο πασάς πρόσταξε τους κατοίκους να παραδοθούν, κι όταν αυτοί απέρριψαν τους όρους του, ξεκίνησε μ’ έναν πελώριο στόλο από τη Μυτιλήνη κι έφτασε εκεί την άλλη μέρα. Βραχώδη και σχεδόν άγονα όπως όλα τα ναυτικά νησιά, τα Ψαρά ήταν βαριά οχυρωμένα και γεμάτα πρόσφυγες, η δε φρουρά τους συμπεριλάμβανε εκατοντάδες μαχητές που είχαν αναγκαστεί να φύγουν από τη Ρούμελη. Υπήρχαν τουλάχιστον 3.000 ένοπλοι, γύρω στα 200 κανόνια –συνήθως άσχημα τοποθετημένα– κι ένας μεγάλος στόλος. Οι κάτοικοι του νησιού, έχοντας ήδη αντεπεξέλθει στα τρία χρόνια του πολέμου, είχαν υπερβολική αυτοπεποίθηση ως προς τις αμυντικές τους ικανότητες. Ο Κανάρης, ο πιο έμπειρος και θαρραλέος Έλληνας πλοίαρχος, προσπάθησε να τους προειδοποιήσει και τους προέτρεψε να πολεμήσουν τους Οθωμανούς στη θάλασσα. Η συμβουλή του όμως δεν εισακούστηκε, με αποτέλεσμα, όπως και στην Κάσο, οι επιτιθέμενοι να αποβιβαστούν χωρίς να συναντήσουν αντίσταση –χάρη σε μια αποτελεσματική τακτική αντιπερισπασμού στο λιμάνι– σ’ έναν απομακρυσμένο όρμο από την άλλη πλευρά του νησιού. Στον πανικό που ακολούθησε, οι κάτοικοι έτρεξαν στα πλοία και πολλοί πνίγηκαν στην προσπάθεια να διαφύγουν. Εξακόσιοι μαχητές ταμπουρώθηκαν στο κάστρο μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Μετά από σκληρό ολοήμερο αγώνα, αποφάσισαν να ανατιναχτούν κι ένας στρατιώτης έβαλε φωτιά στην υπόγεια μπαρουταποθήκη. Η έκρηξη συγκλόνισε το νησί και είναι ζήτημα αν άφησε κανέναν Έλληνα ζωντανό μέσα στο κάστρο. Η καταστροφή παρακίνησε τον Διονύσιο Σολωμό να γράψει ένα από τα πιο δραστικά και λιτά ποιήματά του: «Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη / περπατώντας η Δόξα μονάχη / μελετά τα λαμπρά παλικάρια / και στην κόμη στεφάνι φορεί / γεναμένο από λίγα χορτάρια / που είχαν μείνει στην έρημη γη».

Ο συνολικός φόρος αίματος στα Ψαρά ήταν πολύ μεγαλύτερος απ' ό,τι στην Κάσο. Υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν πάνω από 3.500 χιλιάδες Έλληνες, ενώ χιλιάδες άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι ή διέφυγαν. Ο στόλος του νησιού ουσιαστικά καταστράφηκε· μόλις ίσως το ένα έκτο των πλοίων διέφυγε, ανάμεσά τους και του Κανάρη. Μια από τις πιο πολύτιμες ιερές εικόνες του νησιού σώθηκε και μεταφέρθηκε από πρόσφυγες στη Σύρο, όπου τελικά εγκαταστάθηκαν. Στην Κωνσταντινούπολη οργανώθηκαν εορτασμοί όταν ο οθωμανικός στόλος επέστρεψε μεταφέροντας το αποτρόπαιο φορτίο του: 200 αιχμαλώτους, 500 κεφάλια και 1.200 αυτιά, που εκτέθηκαν, μαζί με αρπαγμένες ελληνικές σημαίες, έξω από το παλάτι. Δύο χρόνια αργότερα, όταν ο Βρετανός διπλωμάτης Στράτφορντ Κάνινγκ, ξάδερφος του υπουργού Εξωτερικών, ήταν καθοδόν προς την Κωνσταντινούπολη, το καράβι του σταμάτησε στα Ψαρά για ανεφοδιασμό. Ο αξιωματικός τροφοδοσίας βγήκε στη στεριά και πήγε προς τη φαινομενικά πλούσια πόλη να βρει τρόφιμα, όπου σοκαρίστηκε από τη «νεκρική σιγή» που τον υποδέχτηκε –«ούτε μια φωνή, ούτε ένα βήμα, ούτε ένας κάτοικος· η πόλη ένα σκέτο κέλυφος, εύσχημη στο μάτι αλλά ολότελα άδεια από ζωή». Αργότερα ο Κάνινγκ και η ομάδα του βγήκαν κι αυτοί στη στεριά κι έπεσαν πάνω σ' έναν σωρό κόκαλα, στο σημείο όπου ολόκληρες οικογένειες είχαν πηδήξει από τον γκρεμό, αντί να παραδοθούν. Βρήκαν μόνο δύο επιζώντες στο νησί, κάτι όντα σκελετωμένα και ρακένδυτα. Ήταν μια εμπειρία που ενίσχυσε την αυξανόμενη επιθυμία του Βρετανού διπλωμάτη να επέμβει η χώρα του για να μπει ένα τέλος στη σύρραξη.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 31 Ιαν 2023, 23:24

Σφαγή της Ύδρας (1825)

Στην Ύδρα οι πολεμικές απώλειες ήταν σχετικά λίγες ως την άνοιξη του 1825. Από καταλόγους που συντάχθηκαν αμέσως μετά, βλέπουμε ποια ήταν η τάση: 10 τραυματίες και 11 σκοτωμένοι τη διετία 1821-22, και μόλις 3 τραυματίες κι ένας σκοτωμένος το 1823 (πράγμα που δείχνει ασφαλώς τον πολύ μικρό ρόλο του ναυτικού εκείνη τη χρονιά) 17 τραυματίες και ισάριθμοι σκοτωμένοι το 1824. Αυτά τα νούμερα ξαφνικά εκτινάχτηκαν το 1825, με 67 τραυματίες και 47 νεκρούς σε συγκρούσεις με τον οθωμανικό και τον αιγυπτιακό στόλο, συν τους 37 που σκοτώθηκαν στον Νηρέα εκείνο τον Ιούνιο. Ίσως η ένταση που προκαλούσε αυτός ο φόρος αίματος να εξηγεί τις αντιδράσεις που υπήρξαν στο νησί όταν έφτασε η είδηση της καταστροφικής έκρηξης πάνω στο ίδιο τους το πλοίο. Μια αναφορά που κυκλοφόρησε γρήγορα μεταξύ των νησιωτών έλεγε πως η έκρηξη δεν ήταν ατύχημα, αλλά σαμποτάζ ενός μουσουλμάνου σκλάβου με έχθρα για τον καπετάνιο. Οι συνέπειες ήταν φονικές. Υπήρχαν εκείνο τον καιρό περίπου 200 μουσουλμάνοι κρατούμενοι στην Ύδρα – πολλοί απ' αυτούς αιχμάλωτοι Αιγύπτιοι ή Οθωμανοί ναύτες, που απασχολούνταν στα καράβια ή κάπου στην πόλη και κρατούνταν υπό περιορισμό σε εγκαταστάσεις δίπλα στο λιμεναρχείο. Ένα πλήθος, που ένας αυτόπτης μάρτυρας το υπολόγισε σε αρκετές χιλιάδες, μαζεύτηκε οπλισμένο με γιαταγάνια στο δρόμο, γυρεύοντας εκδίκηση για τους σκοτωμένους ναυτικούς· βγάζοντας έξω τους αιχμαλώτους έναν-έναν, τους μαχαίρωναν και τους χτυπούσαν μέχρι θανάτου μες στον δρόμο. Οι νησιώτικες οικογένειες ήταν μεγάλες –ο πλοίαρχος που σκοτώθηκε στον Νηρέα είχε δεκάδες συγγενείς– και ίσως οι εκτεταμένοι δεσμοί αίματος να εξηγούν τον μεγάλο αριθμό των δραστών που ενέχονταν στους σκοτωμούς. Στη συνέχεια ο όχλος βγήκε παγανιά, αναζητώντας κι άλλα θύματα σε σπίτια ή σε καράβια δεμένα στο λιμάνι, και το φονικό κράτησε όλο το απόγεμα, ώσπου βράδιασε. Ο Κανάρης, ο περίφημος μπουρλοτιέρης, ήταν σ' έναν καφενέ του λιμανιού εκείνη την ώρα και λύθηκε στα δάκρυα γι' αυτά που συνέβαιναν. Ένας νεαρός Άγγλος επισκέπτης είχε πάθει σοκ. Οι σκοτωμοί πάντως δεν φάνηκε να προκάλεσαν τύψεις στους κατοίκους. Όσο για τους πρόκριτους του νησιού, φαίνεται να συμπέραναν ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτα και περίμεναν απλώς να τελειώσει το πράγμα. Μετέπειτα το επεισόδιο ήταν κοινό μυστικό στο νησί, αλλά κανείς δεν μιλούσε ούτε έγραφε γι' αυτό. Ο Μαυροκορδάτος ειδοποίησε τον πρόεδρο Κουντουριώτη για την οργή των Βρετανών αξιωματικών στην περιοχή όταν έμαθαν τα νέα και του είπε να φροντίσει ώστε οι μουσουλμάνοι αιχμάλωτοι στο εξής να προστατεύονται όπως πρέπει.
0 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 08 Φεβ 2023, 01:32

Ο ελληνικός στόλος

Το 1821 οι Έλληνες συνολικά διέθεταν έναν εμπορικό στόλο περίπου 1.000 σκαφών μεσαίου μεγέθους –πολλά από τα οποία εξοπλισμένα με δέκα ως δεκαπέντε κανόνια– επανδρωμένων με περίπου 18.000 έμπειρους ναυτικούς. Ανάμεσά τους υπήρχαν μπρίκια ικανά να βγουν στους ωκεανούς και να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις: ο Υδραίος καπετάνιος Δημήτρης Τσαμαδός είχε φτάσει ως το Μοντεβιδέο στη Νότια Αμερική κάποιος Γιάννης είχε κάνει τη διαδρομή από την Κωνσταντινούπολη στην Καλκούτα και στις Φιλιππίνες. Οι μεγαλύτεροι στόλοι ανήκαν στην Ύδρα και στις Σπέτσες, στα Ψαρά και την Κάσο, καθώς και στο Γαλαξίδι· τα βρετανοκρατούμενα Επτάνησα είχαν τουλάχιστον άλλα 200 πλοία. Αλλά υπήρχαν επίσης πάνω από σαράντα νησιά ή παραθαλάσσιες πόλεις που διέθεταν σκάφη υπερτοπικής χρήσης, και καμιά εικοσαριά ανάμεσά τους, με περίπου 13.000 ναύτες αθροιστικά, πήραν μέρος στην επανάσταση. Ωστόσο η εμπορική δραστηριότητα δεν σταμάτησε επειδή κάποια πλοία χρησιμοποιήθηκαν στον πόλεμο: αν είχε συμβεί αυτό, τα χρήματα για τον αγώνα θα ήταν ακόμη λιγότερα απ' όσα τελικά ήταν. Πολλά σκάφη συνέχισαν το εμπόριο σε όλη τη διάρκεια της σύρραξης και μόνο το 10% του συνόλου της ελληνόκτητης ναυτιλίας μετασκευάστηκε για πολεμική χρήση μάλιστα πολλά γνωστά καράβια που πήραν μέρος στις συγκρούσεις επιστρατεύτηκαν μόνο για λίγους μήνες κι έπειτα επέστρεψαν στα εμπορικά ταξίδια. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, η ρότα προς τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας μέσω Κωνσταντινούπολης παρέμεινε ανοιχτή στα ελληνόκτητα πλοία συνέχισαν να πιάνουν σε οθωμανικά λιμάνια και πολλά συνέχισαν ακόμη και να ανεφοδιάζουν τα πολιορκημένα οθωμανικά κάστρα.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 09 Φεβ 2023, 23:58

Η δουλεία

Η οθωμανική δουλεία είχε παρελθόν πολλών αιώνων και βασιζόταν κυρίως στην εισαγωγή παράνομα διακινούμενων ξένων ή αιχμαλώτων πολέμου από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας ή από την υποσαχάρια Αφρική. Ο εξανδραποδισμός εγχώριων υπηκόων ως τιμωρία για εκδηλώσεις ανταρσίας δεν ήταν άγνωστος πριν από το 1821, αλλά εκτινάχθηκε ποσοτικά στη συνέχεια. Σε σύγκριση με τον ετήσιο μέσο όρο των 16.000-18.000 ανθρώπων που εισάγονταν από την Αφρική, για παράδειγμα, οι 45.000 που εξανδραποδίστηκαν μετά τις σφαγές της Χίου το 1822 αντιπροσώπευαν μια συνταρακτική αύξηση για έναν και μόνο χρόνο, η οποία εξηγεί γιατί κατρακύλησαν οι τιμές των σκλάβων· πράγματι οι οθωμανικές αγορές παρέμειναν κορεσμένες από Έλληνες σκλάβους μέχρι και τη δεκαετία του 1830. Αιχμή του δόρατος στις ξένες προσπάθειες να εξαγοραστούν ήταν η αυτοκρατορική Ρωσία, που οι αξιωματούχοι της ένιωθαν μια ιδιαίτερη υποχρέωση απέναντι στους ομόδοξούς τους χριστιανούς. Τον Ιανουάριο του 1825, συστήθηκε μια ειδική επιτροπή στην Κωνσταντινούπολη γι' αυτό τον σκοπό κι εργάστηκε σκληρά για μεμονωμένες περιπτώσεις. Παρόλα αυτά, ακόμη και πριν τελειώσει η πολιορκία του Μεσολογγίου, είχαν κατορθώσει να εντοπίσουν και να απελευθερώσουν ένα μικρό κλάσμα μόνο του συνολικού αριθμού των εξανδραποδισμένων Ελλήνων.

Στο πλαίσιο των σχέσεων της Ευρώπης με την Οθωμανική αυτοκρατορία, το κίνημα για την κατάργηση της δουλείας ήταν ένας σχετικά νέος παράγοντας. Όταν οι Ευρωπαίοι πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη διαμαρτυρήθηκαν μετά τις σφαγές της Χίου, η οθωμανική απάντηση ήταν ότι ο εξανδραποδισμός των Ελλήνων ήταν νόμιμος σύμφωνα με το ισλαμικό δίκαιο ως απάντηση σε ανταρσία. Κάνοντας κήρυγμα στο όνομα της θρησκείας, οι Ευρωπαίοι ήταν απλώς υποκριτές σ' ό,τι αφορούσε το δουλεμπόριο. «Οι χριστιανικές δυνάμεις της Ευρώπης το είχαν ανεχθεί για αιώνες, όχι επειδή το πρόσταζε ο Μεσσίας τους, αλλά επειδή ήταν πηγή κέρδους», όπως θύμισε στον Βρετανό πρέσβη λόρδο Στράνγκφορντ ένας ανώτερος Οθωμανός αξιωματούχος. «Πράγματι, η Αγγλία το είχε καταργήσει», έγραψε ο Στράνγκφορντ στην υπηρεσία του συνοψίζοντας τη συζήτησή τους, «αλλά ... μόλις τα τελευταία χρόνια είχαμε ανακαλύψει ότι δεν ήταν σωστό – και … η μισή Ευρώπη εξακολουθούσε να έχει διαφορετική άποψη από εμάς για το θέμα». Οι Ευρωπαίοι είχαν αποδεχτεί την οθωμανική πρακτική για αιώνες χωρίς να διαμαρτύρονται, κατά τον Οθωμανό αξιωματούχο, και η θέση της αυτοκρατορίας ήταν ξεκάθαρη: πρώτα απ' όλα, ο εξανδραποδισμός ήταν μια τιμωρία που επέτρεπε το Κοράνι σε περιπτώσεις ανταρσίας· έπειτα αποτελούσε γενικά αποδεκτή αρχή των διεθνών σχέσεων να αφήνεται κάθε κράτος να ενεργεί στο εσωτερικό του σύμφωνα με δικούς του νόμους και συνήθειες. «Γιατί δεν παρεμβαίνουν οι χριστιανοί βασιλείς για να εμποδίσουν τον αυτοκράτορα της Ρωσίας να στέλνει τους υπηκόους του στη Σιβηρία; Διότι γνωρίζουν πολύ καλά τι απάντηση θα λάβουν! Ώστε λοιπόν υπάρχει ένας νόμος ανθρωπιάς για την Τουρκία κι ένας άλλος για τη Ρωσία!»

Δεν ήταν μόνο οι Οθωμανοί που έβρισκαν κάτι ιδιαίτερα υποκριτικό στη ζέση που έμοιαζαν να προκαλούν στο εξωτερικό τα δεινά των εξανδραποδισμένων Ελλήνων. Στους μαύρους Αμερικανούς επίσης δεν μπορούσε να μην κάνει εντύπωση η διάσταση ανάμεσα στη φλογερή συμπάθεια για τους Έλληνες και στη γενική αδιαφορία των συμπατριωτών τους για τα δικά τους δεινά. Στη Freedom's Journal, την πρώτη εφημερίδα που διευθυνόταν από Αφροαμερικανούς στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εκδότες, που έδρευαν στη Νέα Υόρκη, αναρωτιούνταν πώς ένας από τους πιο φημισμένους και εκδηλωτικούς φιλέλληνες, ο βουλευτής της Μασαχουσέτης Ντάνιελ Ουέμπστερ, μπόρεσε να δηλώσει στα σοβαρά ότι «οι άμοιροι Έλληνες» υπέστησαν χειρότερη καταπίεση απ' οποιονδήποτε άλλο «σε ολόκληρο τον κόσμο». «Στο βαθμό που οι νόμοι έχουν ισχύ», συνέχιζε η εφημερίδα, «ο μαύρος υπόκειται εξίσου απόλυτα στο καπρίτσιο του κυρίου του, είτε αυτό υποκινείται από πάθος είτε από λαγνεία, όσο και ο Έλληνας». Μήπως δεν ήταν η δουλεία ένα έγκλημα κατά των νόμων της φύσης, όποιο κι αν ήταν το χρώμα του δέρματος του σκλάβου ή η πίστη του ή το μορφωτικό του επίπεδο; Πώς μπορούσαν οι υποτιθέμενα πολιτισμένοι Αμερικανοί να ταυτίζονται με τον αγώνα κατά του δεσποτισμού, της τυραννίας και της Ιεράς Συμμαχίας και, την ίδια στιγμή, «να πιστεύουν ότι ο Θεός βλέπει τη δουλεία εδώ με τόσο ευνοϊκή ματιά;»

Η σύνδεση ανάμεσα στην ανελευθερία στην αμερικανική ήπειρο και στις οθωμανικές χώρες συζητιόταν ιδιαίτερα στη Γαλλία, όπου το ζήτημα της Αϊτής είχε συγκεντρώσει την προσοχή των πολέμιων της δουλείας από τον καιρό της επανάστασης του Τουσαίν Λουβερτύρ το 1791 και της κατοπινής εδραίωσης του πρώτου κράτους στον κόσμο που κατάργησε τη δουλεία. Στις αρχές του 1822, ο πρόεδρος της Αϊτής Ζαν-Πιερ Μπουαγιέ είχε στείλει στους Έλληνες μια θερμή επιστολή υποστήριξης στον αγώνα τους, χαιρετίζοντας έναν ξεσηκωμό του οποίου οι «πρώται επιτυχίαι, ουκ εισίν αδιάφοροι τοις Χαϊτίοις, οίτινες, ως οι Έλληνες επί πολύν καιρόν έκλινον τον αυχένα υπό ζυγόν επονείδιστον». Το 1825, η ανεξαρτησία της Αϊτής, που κερδήθηκε χάρη σε μια εξέγερση σκλάβων, αναγνωρίστηκε τελικά από τη Γαλλία, με τίμημα μια κολοσσιαία αποζημίωση που απαίτησε η γαλλική κυβέρνηση ώστε ν' αποκατασταθούν οι χρεωκοπημένοι δουλοκτήτες. Τον επόμενο χρόνο, το δουλεμπόριο καταργήθηκε τελικά στις γαλλικές αποικίες.

Παρόν όσο ποτέ στο μυαλό των ανθρώπων στη Γαλλία, το θέμα της δουλείας ήταν εκρηκτικό για τη λογοτεχνία καθώς ο αγώνας του Μεσολογγίου έφτανε στην τραγική του κατάληξη την άνοιξη του 1826. Αυλικός και φιλέλληνας, η Κλαιρ ντε Ντυράς έκανε πάταγο όταν δημοσίευσε μια ξεχωριστή νουβέλα με τίτλο Ουρίκα, βασισμένη στην αληθινή ιστορία μιας μικρής Σενεγαλέζας που τη γλύτωσαν από τα χέρια ενός δουλέμπορου και την έφεραν στη Γαλλία. Για την Ντυράς, ο αγώνας κατά της δουλείας και η υποστήριξη προς τους Έλληνες φαίνονταν να συνδέονται στενά και σίγουρα δεν ήταν η μόνη που είχε αυτή την άποψη. Πώς μπορούσε το γαλλικό κοινό να δεχτεί την εμφάνιση ενός νέου δουλεμπορίου –που τα θύματά του θα ήταν ένας χριστιανικός λαός, Ευρωπαίοι, και μάλιστα Έλληνες– την ίδια στιγμή που καταργούνταν το παλιό; Οι βασιλόφρονες καταγγέλλονταν για την παθητικότητά τους. Πώς μπορούσε η Γαλλία, ένα παλαιό έθνος σταυροφόρων, να κάθεται άπραγη και να κοιτάζει; Στο ποίημά του για το Μεσολόγγι Τα κεφάλια του σεραγιού [Les têtes du sérail], το 1826, ο Βίκτωρ Ουγκό καλούσε τη «χριστιανική Ευρώπη» να σώσει τους Έλληνες, που οι πολεμιστές τους είχαν πεθάνει προσπαθώντας να προστατέψουν τις οικογένειές τους, και ρωτούσε από πού θα ερχόταν ο νέος Άγιος Λουδοβίκος για να τους προσφέρει βοήθεια.

Η κατακραυγή είχε και μια αναπόδραστη φυλετική διάσταση. Δεν ήταν μόνο ότι οι Έλληνες ήταν χριστιανοί, ούτε ότι αντιπροσώπευαν έναν συνδετικό κρίκο με το κλασικό παρελθόν που τόσο εκτιμούσε η Ευρώπη. Το θέμα ήταν επίσης ότι οι άρπαγές τους τους ήταν μουσουλμάνοι και Αφρικανοί. Ο Ντελακρουά ήταν ίσως ο σπουδαιότερος και πιο προσεκτικός κολορίστας της εποχής του και Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου ήταν μια δεξιοτεχνική απόδοση του σκότους και του φωτός, που το δεσπόζον χαρακτηριστικό της ήταν η αντίθεση ανάμεσα στο σχεδόν εκτυφλωτικό λευκό του γυμνού μπούστου και του χιτώνιου της γυναίκας και στον νυχτερινό ουρανό του φόντου - όπου κι εκεί, στη φιγούρα του βαριά οπλισμένου Αφρικανού σημαιοφόρου, η πορτοκαλιά ταινία του τουρμπανιού αναδεικνύει κάνει αντίστιξη με το σκούρο του δέρματός του. Ο Ντελακρουά δεν ήταν ο μόνος που αναγνώριζε στην πτώση του Μεσολογγίου και τον εξανδραποδισμό των επιζώντων του τον απροσδόκητο θρίαμβο της Αφρικής στην Ευρώπη.

Με αυτό τον τρόπο ο ρατσισμός ενίσχυε τον αγώνα για την κατάργηση της δουλείας, διότι η ιδέα ότι όχι απλώς μουσουλμάνοι αλλά και Αφρικανοί στρατιώτες σκλάβωναν λευκές χριστιανές γυναίκες φάνταζε ιδιαίτερα σοκαριστική. «Αφήνουμε την Ελλάδα να πεθάνει στην πόρτα μας», έγραφε ο Σατωμπριάν σε μια κλασική διατύπωση ρατσιστικού φιλελληνισμού, «εγκαταλείποντας την [κρατική κυριαρχία] μας στον Άγιο Δομίνικο υπέρ του νέγρικου φιλελευθερισμού υπό τον [πρόεδρο] Μπουαγιέ. Ποιος ξέρει αν θα δούμε μια μέρα, κάτω από τα σύμβολα της ημισέληνου και του σκούφου της ελευθερίας, αφρικανικές λεγεώνες να μας φέρνουν από τη μια μεριά το Κοράνι κι από την άλλη τα Δικαιώματα του Ανθρώπου;» Ρεπουμπλικανισμός στην Αϊτή, νικηφόρο ισλάμ και Αφρική στην Ευρώπη: ο εφιάλτης του μοναρχικού. Οι συντηρητικοί χλεύαζαν: «Χτες ήταν το ζήτημα των μαύρων, σήμερα όλοι μιλούν για τους Έλληνες οι φιλονέγροι έγιναν φιλέλληνες». Αυτό όμως που ενοχλούσε ιδιαίτερα τους Γάλλους ήταν ότι οι ίδιοι οι συμπατριώτες τους ήταν συνεργοί. «Γάλλοι αξιωματικοί, τρέξτε να διδάξετε τους νέγρους μουσουλμάνους πώς να σφάζουν χριστιανούς λευκούς», σάρκαζε ο Φαμπρ το 1827. «Ας είναι τα ναυπηγεία μας ανοιχτά για τον ευγενή σατράπη της Αιγύπτου, ας προστατέψουν οι ναύτες μας τους νικητές των Ψαρών από τις συμφορές του νικητή της Χίου».

Αυτό που έκανε πιο άβολα τα πράγματα ήταν το γεγονός ότι οι Γάλλοι και άλλοι Ευρωπαίοι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στον αιγυπτιακό στρατό ενέχονταν απολύτως στο δουλεμπόριο, συλλέγοντας τις δικές τους αιχμάλωτες από τα πεδία των επιχειρήσεων και συχνά προβάλλοντας ως δικαιολογία ανθρωπιστικά επιχειρήματα: ότι οι γυναίκες που αγόραζαν ήταν σε καλύτερη θέση χάρη στην προστασία τους. Ένας-δυο απ' αυτούς ένιωθαν άβολα και βοήθησαν να εντοπιστούν συγκεκριμένες σκλάβες, εξαγοράζοντας μάλιστα μερικές. Ο Τζοβάννι Ρομέι, ένας Πεδεμόντιος αντισυνταγματάρχης του μηχανικού στον αιγυπτιακό στρατό, ήταν ένας ριζοσπάστης και μασόνος, που άρχισε να μεταφέρει μυστικά πληροφορίες στις ελληνικές επαφές του από τη στιγμή που έφτασε με τους Αιγύπτιους στην Πελοπόννησο. Παρών στο πεδίο της μάχης στο Μεσολόγγι τη νύχτα της εξόδου, έσωσε ένα βρέφος από το θάνατο μετά βρήκε μια κατσίκα για να του δώσει γάλα. Έπειτα εξαγόρασε επίσης δύο γυναίκες και τις απελευθέρωσε στο λιμάνι της Πρέβεζας, όπου άφησε το μωρό στη μία απ' αυτές και τις παρέδωσε στη φροντίδα ενός καπετάνιου που επέστρεφε στις χώρες των Αψβούργων. Όπως έγραψε σε μια επαφή του στη Ζάκυνθο, λυπήθηκε βλέποντας το μωρό να φεύγει: «Δεν μπορεί να ήταν πάνω από έξι μηνών. Αυτή η άμοιρη ορφανή μικρούλα ήταν πάντα χαρούμενη και χαμογελαστή, και μου έδωσε τέτοιες αληθινές γλυκές χαρές που ούτε ξέρω πώς να το εκφράσω με λόγια».
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 10 Φεβ 2023, 20:16

Η ηγεσία: Ολόκληρο το φάσμα της Ορθόδοξης κοινωνίας που ζούσε μέσα στον οθωμανικό κόσμο παρασύρθηκε στη δίνη της σύγκρουσης: πριγκιπικές οικογένειες της Κωνσταντινούπολης βαθύτατα αναμειγμένες στην πολιτική ζωή της οθωμανικής αυλής, επαρχιακοί πρόκριτοι, αρειμάνιοι επίσκοποι και επαναστάτες ιερείς, εκλεπτυσμένοι νέοι που ονειρεύονταν τον Ρουσώ και τραχείς, λίγο-πολύ αναλφάβητοι οπλαρχηγοί – όπως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο χαρισματικός αυτός κλέφτης, που η πρακτική δεξιότητά του στα λόγια, τ' άρματα και τους πολιτικούς χειρισμούς έστρωσε το δρόμο για την άνοδό του στο αξίωμα του διοικητή των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στην Πελοπόννησο. Το αξιοσημείωτο είναι ότι καμία απ' αυτές τις ομάδες και τις προσωπικότητες δεν κυριάρχησε κοινωνικά ή ατομικά. Μάλιστα, αφού ξεκίνησε η επανάσταση, οι συγκαιρινοί παρατήρησαν με έκπληξη την αδυναμία της να αναδείξει μια ενοποιητική φυσιογνωμία – έναν Ουάσιγκτον ή έναν Ναπολέοντα. Ηγετικές φιγούρες διέσχιζαν φευγαλέα το προσκήνιο κι έπειτα χάνονταν, ενώ άλλες πρόβαλλαν ξαφνικά από το σκοτάδι. Ο άνθρωπος που ηγήθηκε της αρχικής εξέγερσης, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στα μέρη που συναπάρτισαν τελικά την ανεξάρτητη Ελλάδα. Ο πρώτος μονάρχης της χώρας, ο πρίγκιπας Όθων της Βαυαρίας, ήταν έξι χρονών όταν άρχισε ο πόλεμος κι έφτασε στο νέο του βασίλειο στα δεκαεπτά, μετά τη λήξη του. Ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης –οι δύο πιο γνωστοί αγωνιστές στους σημερινούς Έλληνες– έπαιξαν και οι δύο σημαντικό ρόλο, αλλά ο ένας, μετά τα σπουδαία κατορθώματά του κατά των Τούρκων, υποδαύλισε τον εμφύλιο πόλεμο, ενώ ο άλλος συνεργάστηκε με τους Τούρκους, προτού στραφεί και πολεμήσει εναντίον τους. Κανένας απ' αυτούς δεν θα μπορούσε να συγκριθεί με τον Ουάσιγκτον, που ηγήθηκε των στρατευμάτων της δικής του πλευράς σε όλη τη διάρκεια του αγώνα για την ανεξαρτησία κι έπειτα έγινε αρχηγός του κράτους.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 12 Φεβ 2023, 16:38

Τα λάφυρα

Τι έκαναν οι στρατιώτες με τα πλεονάζοντα κέρδη τους δεν είναι γνωστό. Αν μπορούσαν, τα έστελναν σε ασφαλές μέρος, γιατί υπήρχε πάντα μεγάλος κίνδυνος να τους τα αρπάξει κάποιος ισχυρότερος. Μετά την πολιορκία της Άρτας, χιλιάδες Έλληνες μαχητές εγκατέλειψαν τους αρχηγούς τους –πολλοί λέγοντας ότι τα πόδια τους ήταν πρησμένα– για να γυρίσουν σπίτι με τα λάφυρά τους. Μετά την άλωση της Τριπολιτσάς, οι Μανιάτες έβαλαν τις γυναίκες τους να πάνε τα λάφυρα πίσω στην πατρίδα· την επόμενη χρονιά το έκαναν οι ίδιοι, με ό,τι είχαν αρπάξει από τους Έλληνες που έφευγαν για να γλυτώσουν από τον Δράμαλη. Όταν ο Κολοκοτρώνης μάταια προσπάθησε να τους πείσει να μείνουν για να πολεμήσουν, είπαν πως είχαν άρρωστο και τον πήγαιναν στην πατρίδα.

Για όσους στρατιώτες πολεμούσαν μακριά από τον τόπο τους, η προφανής λύση ήταν να κάνουν τον πλούτο τους φορητό – εξ ου και τα παζάρια που στήνονταν έξω από τα κυριότερα στρατόπεδα για την πώληση αιχμαλώτων, ασημικών ή ζώων. Οι στρατιώτες ξόδευαν τεράστια ποσά για σελάχια, ωραία ρούχα και περίτεχνα δουλεμένα όπλα. Η τυπική εξάρτυση ενός οπλαρχηγού περιλάμβανε τα εξής: ένα ασημοποίκιλτο καριοφίλι· ένα ζευγάρι ασημοποίκιλτες πιστόλες· ένα ζευγάρι παλάσκες (φυσιγγιοθήκες)· ένα φισεκλίκι· ένα μεδουλάρι (κουτί για το λίπος)· το σιλαχλίκι ή σελάχι (δερμάτινο ζωνάρι για τα όπλα και τα χρήματα) και τις πέντε πόρπες που το έσφιγγαν στη μέση ένα γιαταγάνι με ασημένια θήκη και λαβή ένα χαρμπί (βέργα) για τις πιστόλες· ένα μαχαίρι με ασημένια αλυσίδα· ένα κουτάκι με ανάγλυφη απέξω την εικόνα του Αϊ-Γιώργη, που περιείχε λείψανα και φυλαχτά· ένα αλβανικό σπαθί με ασημένιο θηκάρι· οκτώ αγκράφες για τις γκέτες στα γόνατα και τους αστραγάλους κι άλλες τέσσερις για τα σανδάλια.

Δεν ξόδευαν πολλά για τα παπούτσια τους, που ήταν γερά, αστόλιστα, δερμάτινα, ιδανικά για σκληρή πεζοπορία. Αλλά τα όπλα ήταν άλλο θέμα – ιδίως οι μακριές κυρτές πάλες, τα ελαφρύτερα γιαταγάνια, οι πιστόλες και το καριοφίλι. Τα μοντέλα πολυτελείας είχαν ένθετα ποικίλματα από σεντέφι, ελεφαντόδοντο και ασήμι. Το γιαταγάνι του Πετρόμπεη είχε λαβή από ελεφαντόδοντο και οθωμανικές επιγραφές στη λάμα· ο ίδιος είχε και μια ωραία περσική σπάθα. Ο Κολοκοτρώνης είχε ένα σπαθί με ισλαμική επιγραφή που διαβεβαίωνε για τη βοήθεια του Θεού προς τους πιστούς του Μωάμεθ, κι ένα ασημένιο καριοφίλι που μάλλον ήταν τρόπαιο από τους Αιγύπτιους. Ένα υπέροχο ζευγάρι εξαιρετικά δουλεμένες επάργυρες πιστόλες διάστικτες με διαμάντια, που άξιζαν 4.000 τάλιρα, υποτίθεται πως προέρχονταν από την Αίγυπτο κι είχαν περάσει από τα χέρια του επισκόπου Μεθώνης, προτού ο Κολοκοτρώνης βάλει τον γιο του ν' απαλλάξει τον άτυχο ιερωμένο απ' αυτές. Αργότερα ο Θεοδωράκης Γρίβας τις υφάρπαξε με τη σειρά του από τον Κολοκοτρώνη και περιφερόταν κορδωμένος φορώντας τες σε μια μόνιμη επίδειξη υπεροχής.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 13 Φεβ 2023, 14:00

Οθωμανική κρίση και επανάσταση

Πολλοί καλά πληροφορημένοι παρατηρητές, από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β ́ ως κάτω, σε ολόκληρη την κλίμακα, ξαφνιάστηκαν από τη φοβερή ανθεκτικότητα του ελληνικού πληθυσμού και την ικανότητά του να υπομένει ανείπωτα βάσανα. Πράγματι, με δεδομένη τη δημογραφική και οικονομική ανωτερότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τους ισχνούς πόρους που διέθεταν οι εξεγερμένοι και τον ανοργάνωτο τρόπο με τον οποίο πολεμούσαν, είναι απορίας άξιο πώς κατάφερε η εξέγερση να μείνει ζωντανή. Στην αρχή, μια πολύ πιθανότερη έκβαση ήταν δίχως άλλο κάτι σαν αυτό που είχε συμβεί στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου ο ξεσηκωμός κράτησε μόνο λίγους μήνες προτού ο Σουλτάνος ξαναεπιβάλει τον έλεγχο. Αλλά όπως είδαμε, στις Ηγεμονίες ο αγροτικός πληθυσμός δεν στήριξε τους εξεγερμένους, ενώ πιο νότια το έκανε. Η στήριξη αυτή ήταν αρκετή για ν' αποκαλυφθούν οι βαθιά ριζωμένες αδυναμίες οθωμανικού αυτοκρατορικού συστήματος, και μάλιστα για να τεθεί σε κίνηση μια διαδικασία μεταρρυθμίσεων και αλλαγών που θα συνεχιζόταν και μετά την επανάσταση. Διότι η αλήθεια είναι ότι το 1821 η Οθωμανική Αυτοκρατορία, παρά τη δύναμή της, βρισκόταν πια στη δίνη μιας πολύπλευρης κρίσης, στρατιωτικής, δημοσιονομικής και επιμελητειακής. Αντιμέτωπες με απειλές σε πολλά μέτωπα, από τα Γιάννενα ως τα σύνορα με την Περσία, όπου έχαναν τον πόλεμο ενάντια στη δυναστεία των Κατζάρων και τον άρτια εκσυγχρονισμένο στρατό της, οι άλλοτε φοβερές ένοπλες δυνάμεις του σουλτάνου είχαν παρακμάσει και οι διαδοχικές απόπειρες στρατιωτικής μεταρρύθμισης απέτυχαν. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι άφθονοι πόροι που είχε στη διάθεσή του ο Μαχμούτ Β ́ μεταφράζονταν σε αναξιόπιστους στρατιωτικούς σχηματισμούς με τεράστια επιμελητειακά προβλήματα. Ο Τζωρτζ Φίνλευ, αγωνιστής και ιστορικός, υποστήριζε ότι ο σουλτάνος τα είχε πάει καλά την πρώτη χρονιά περιορίζοντας τον ξεσηκωμό στις περιοχές νότια της Θεσσαλίας. Τα μέσα όμως με τα οποία το είχε πετύχει αυτό –μαζική βία εναντίον των ελληνικών πληθυσμών– αποτελούσαν με τον τρόπο τους μια ομολογία αποτυχίας. Η βία είχε φέρει αποτελέσματα σε κάποιες περιοχές μα όχι σε άλλες, και είχε επίσης το δικό της κόστος σε ευρωπαϊκές πιέσεις και οικονομικούς τριγμούς. Το κάλεσμα του Σουλτάνου σ' ένα είδος ηθικής σταυροφορίας που θα ισοφάριζε τον ζήλο των Ελλήνων έδινε την ευκαιρία σε κάποιους θερμοκέφαλους φονιάδες να σπέρνουν τον όλεθρο και να δικαιολογούν το μακελειό, αλλά οι περισσότεροι μουσουλμάνοι της αυτοκρατορίας δεν έβλεπαν τι νόημα είχε αυτό και οι στρατιώτες πολεμούσαν κυρίως για το μισθό ή το πλιάτσικο. Αν το κάλεσμα ήταν μια προσπάθεια δημιουργίας λαϊκού στρατού, τότε ήταν αποτυχημένο. Αν, από την άλλη, ήταν μια ένδειξη ότι ο σουλτάνος δεν εμπιστευόταν τις καθιερωμένες δυνάμεις που είχε στη διάθεσή του, τότε ήταν ολότελα δικαιολογημένο.

Το βασικό πρόβλημα του Μαχμούτ Β ́ δεν ήταν ιδεολογικό αλλά δημοσιονομικό. Οι ιστορικοί μάς λένε πως οι φόροι είναι τα ζωτικά νεύρα του πολέμου· εκείνα των Οθωμανών είχαν ατροφήσει για σχεδόν μισό αιώνα. Ο κεντρικός προϋπολογισμός της αυτοκρατορίας ήταν είτε ισοσκελισμένος είτε πλεονασματικός για μεγάλο μέρος του 18ου αιώνα, αλλά από τη δεκαετία του 1780 και μετά άρχισε να γλιστράει προς το κόκκινο. Ως αποτέλεσμα, το συνολικό ανθρώπινο δυναμικό του αυτοκρατορικού στρατού (100.000-120.000) και στόλου (30.000) παρέμεινε αμετάβλητο μέσα στον αιώνα, σε μια εποχή όπου τα αντίπαλα κράτη αύξαναν και τους δύο. Δεν υπάρχουν δεδομένα προϋπολογισμών της δεκαετίας του 1820 –σύμπτωμα κι αυτό της κρίσης που αντιμετώπιζε το οθωμανικό κράτος– υπό τον Μαχμούτ αλλά δεν τα χρειαζόμαστε για να καταλάβουμε τι συνέβαινε. Τα ελλείμματα του προϋπολογισμού της κεντρικής διοίκησης χρηματοδοτούνταν σε μεγάλο βαθμό από μια πρωτόγνωρη υποτίμηση της αξίας του αυτοκρατορικού γροσιού εκείνη την περίοδο, που ξεκίνησε γύρω στο 1805 και επιταχύνθηκε ραγδαία μεταξύ 1820 και 1825, οπότε το νόμισμα έχασε πάνω από τη μισή του αξία έναντι της βρετανικής στερλίνας.

Ένα δεύτερο, αλληλένδετο ζήτημα ήταν η αίσθηση της οθωμανικής κυβέρνησης ότι ήταν στρατηγικά τρωτή, η οποία και αποκρυσταλλώθηκε τη στιγμή του ξεσηκωμού στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Η ασφάλεια και ο ανεφοδιασμός της Κωνσταντινούπολης ήταν πάντα η απόλυτη προτεραιότητα της κυβέρνησης του σουλτάνου, η οποία, περιμένοντας έναν πόλεμο με τη Ρωσία τους θερινούς μήνες του 1821 αλλά και μετά, δεν ήθελε να προβεί σε ανάπτυξη του στόλου πολύ μακριά από την πρωτεύουσα για μεγάλο διάστημα. Αυτός ο δισταγμός, σε συνδυασμό με τη βραχυπρόθεσμα καταστροφική επίπτωση της απώλειας των ελληνικών πληρωμάτων και των αξιωματικών τους, βοήθησαν να τεθεί ο αγώνας για την κυριαρχία στο Αιγαίο σε πολύ πιο ισότιμη βάση. Η κυβέρνηση στην Κωνσταντινούπολη αγχωνόταν με την προοπτική να δεσμεύσει πόρους για να επιβάλει την εξουσία της στα νησιά του αρχιπελάγους και η ναυτική ηγεσία το 1821-23 δίσταζε να αντιμετωπίσει τα ελληνικά πυρπολικά. Αν οι Ρώσοι επιτίθονταν από τη Μαύρη Θάλασσα την ώρα που ο στόλος θα είχε εμπλακεί σε συγκρούσεις στ' ανοιχτά των πελοποννησιακών ακτών, τότε η Κωνσταντινούπολη μπορεί να αντιμετώπιζε την καταστροφή. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τα κάστρα που παρέμεναν σε οθωμανικά χέρια δεν μπορούσαν να βασίζονται πια σε τακτικό ανεφοδιασμό από τη θάλασσα. Κι ακόμη, οποιαδήποτε προσπάθεια να διοχετευτούν μεγάλες χερσαίες δυνάμεις στην Πελοπόννησο ή τη νότια Ρούμελη θα συναντούσε επιμελητειακές δυσχέρειες – οι οποίες θα είχαν εξομαλυνθεί αν ο οθωμανικός στόλος εξακολουθούσε να δεσπόζει στις θάλασσες. Απόδειξη ήταν η ήττα του Δράμαλη. Οι ελληνικές χερσαίες δυνάμεις ήταν μικρές, αλλά ήταν εγκατεστημένες κοντά στις εστίες τους και οι μαχητές τους είχαν ισχυρότερα κίνητρα, αφού πολεμούσαν για να υπερασπίσουν τον εαυτό τους και τις οικογένειές τους.

Η αδυναμία της οθωμανικής κυβέρνησης σήμαινε ότι οι στρατιές της συναρμολογούνταν απ' όποιες ομάδες μπορούσαν να μαζέψουν οι πασάδες τούς οποίους όριζε επικεφαλής. Ήταν δυσκίνητες συσσωματώσεις μονάδων που λειτουργούσαν λίγο-πολύ σαν μικροεπιχειρήσεις συνδεδεμένες μέσα από αλυσίδες στρατιωτικών εργολάβων· οι παλιές φεουδαρχικές στρατολογήσεις έπαιζαν όλο και μικρότερο ρόλο. Επειδή η εκστρατευτική περίοδος εκτεινόταν από τον Μάρτιο ως τον Οκτώβριο, το παράθυρο ευκαιρίας για να στηθεί ένας στρατός, να κατεβεί στο θέατρο των επιχειρήσεων και να πετύχει ένα αποφασιστικό αποτέλεσμα πριν από τον ερχομό του χειμώνα ήταν περιορισμένο. Οι καβγάδες στην κορυφή της ιεραρχίας χειροτέρευαν τα πράγματα. Ο Χουρσίτ πασάς προσπάθησε να υπονομεύσει τον Δράμαλη και φρόντισε να φύγει ο Γιουσούφ πασάς από τα Γιάννενα. Ο Μεχμέτ Ρεσίτ πασάς δεν μπορούσε να δουλέψει με τον Ομέρ Βρυώνη, τον οποίο δικαίως δεν εμπιστευόταν. Ο σουλτάνος τα ερμήνευε όλα αυτά ως απουσία μαχητικού πνεύματος μεταξύ των στρατηγών του. Διορίζοντας έναν νέο μεγάλο βεζίρη στα τέλη του 1823, επισήμανε ρητά πως «το γεγονός ότι το ζήτημα του Μοριά δεν έχει ακόμα οδηγηθεί σε επιτυχή έκβαση οφείλεται προφανώς στην ελλιπή αφιέρωση των υπηρετών μου στο έργο τους». Θα ήταν όμως πιο εύστοχο να το δει ως αναπόφευκτη συνέπεια του διαίρει και βασίλευε που τόσο συστηματικά εφάρμοζε. Όπως φάνηκε, άπαξ και μεταβίβασε την ανώτατη διοίκηση της Πελοποννήσου στους Αιγυπτίους και της Ρούμελης στον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά, οι οθωμανικές εκστρατείες μπόρεσαν να προχωρήσουν γρήγορα πέρα από τα κεκτημένα του πρώτου μισού του 1822. Αυτό ήταν το μακροβιότερο και πιο πετυχημένο παράδειγμα συνδυασμένης ηγεσίας σε όλο τον πόλεμο. Λίγο έλειψε να δώσει στο σουλτάνο τη νίκη κι έδειξε τι θα μπορούσε να είχε γίνει νωρίτερα.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 14 Φεβ 2023, 00:05

Ιμπραήμ Εντέμ πασάς: Μέγας βεζίρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τη μεσανατολική κρίση του 1877-78. Ήταν περίπου τριών χρονών όταν οι Τούρκοι τον άρπαξαν από τη Χίο. Υιοθετήθηκε από τον Χοσρέφ πασά, τον μεγάλο αντίπαλο του Μεχμέτ Αλή, και μεγάλωσε στο σπιτικό του.

Ραγκίμπ πασάς: Αγόρι σκλαβωμένο στη Χίο, που κατέληξε να γίνει πρωθυπουργός της Αιγύπτου.

Γιώργος Στραβελάκης: Σταλμένος από ένα δουλέμπορο μαζί με τον αδερφό του στον μπέη της Τύνιδας, προσηλυτίστηκε στο ισλάμ, παντρεύτηκε μια πριγκίπισσα και ανελίχθηκε ώσπου έγινε μέγας βεζίρης για πάνω από τριάντα χρόνια. Γνωστός με το νέο του όνομα, Μουσταφά Χαζναντάρ, θεωρείται σήμερα μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της Τυνησίας του 19ου αιώνα.

Οι περιπτώσεις αυτές μαρτυρούν, πάνω ακριβώς στην εκπνοή της, μια μακραίωνη πρακτική των μουσουλμανικών κρατών: να στελεχώνουν τα ανώτατα κλιμάκια της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης στρατολογώντας σκλάβους.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 15 Φεβ 2023, 00:04

Η πειρατεία

Οι πειρασμοί της πειρατείας σε συνδυασμό με τις φονικές επιταγές του θρησκευτικού πολέμου έφτιαχναν ένα θανάσιμο ναυτικό κοκτέιλ, που οι συνέπειές του έγιναν ορατές με την πρώτη κιόλας υδραίικη αποστολή στο ανατολικό Αιγαίο. Οι Υδραίοι είχαν ξεκινήσει για να πείσουν τους Χιώτες να μπουν στον πόλεμο κι είχαν προσκρούσει όχι μόνο στην απροθυμία τους αλλά και στους περισπασμούς του εύκολου πλιάτσικου. Ενώ βρίσκονταν ανοιχτά της Χίου, δύο καπετάνιοι της αποστολής έπιασαν μια απίστευτα πλούσια λεία: ένα ολόκληρο καράβι στο οποίο επέβαινε ο νέος μουλάς της Αιγύπτου, μαζί με την οικογένειά του και τους υπηρέτες του και με πλούσια δώρα του Σουλτάνου προς τον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Εκδικούμενοι, σύμφωνα με την ερμηνεία των οθωμανικών αρχών, την εκτέλεση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, οι Έλληνες ναυτικοί κατέβασαν, όπως αναφέρεται, τούς επιβάτες και το πλήρωμα σ' ένα ερημονήσι, τους έσφαξαν και μετά βασάνισαν τη γυναίκα του μουλά μπροστά στον άντρα της, προτού σκοτώσουν και τους δυο και κρεμάσουν το πτώμα του από την άκρη του καταρτιού. Ήταν ένα πρώιμο παράδειγμα μιας πρακτικής που έμελλε να καθιερωθεί και από τις δύο πλευρές στη θάλασσα: της επίδειξης πτωμάτων και κεφαλιών για τη διατράνωση της αποφασιστικότητας και της δύναμης του αγώνα τους – το οθωμανικό ναυτικό επιφύλασσε την ίδια μεταχείριση στα ελληνικά πληρώματα που αιχμαλώτιζε. Η εξιστόρηση του γεγονότος από τον Υδραίο διοικητή της μοίρας στο ημερολόγιο του πλοίου είναι πολύ σύντομη σημειώνει απλώς ότι «εσκοτώθησαν και μερικοί» και δίνει περισσότερες λεπτομέρειες για ένα πιο κρίσιμο θέμα: την εκπληκτική λεία: «η πρέζα είχε περισσότερον από έξ μιλλιούνια γρόσια, ωσάν που ευρίσκοντο πολλά μπριλάντια και αδάμαντες, δώδεκα μανουάλια ασημένια, έξι χρυσά και τρεις καθρέπται μεγάλοι περιτριγυρισμένοι με πολυτίμους λίθους». Τα λάφυρα από το πλοίο του μουλά ήταν τόσο πολλά ώστε, όταν τα δύο υδραίικα πλοία αρνήθηκαν να μοιραστούν λεία τους με τ' άλλα πληρώματα, ο υπόλοιπος στόλος τα συνόδεψε ως την Ύδρα, από φόβο μήπως χάσει το μερίδιό του. Το επεισόδιο προκάλεσε «δυσαρέσκειαν και διχόνοιαν» μεταξύ των Ελλήνων, όπως λέει ένα παλιός ιστορικός, όχι για τους σκοτωμούς αλλά για το μοίρασμα της λείας, κι έδειξε πόσο εύκολα μπορούσαν να περισπαστούν τα πληρώματα από την πολιτική αποστολή τους. Οι διαπληκτισμοί αυτοί έφεραν τους ναύτες σε κόντρα με τον κυβερνήτη της Ύδρας, τον Αντώνη Οικονόμου, ο οποίος ήθελε να εξασφαλίσει ένα μερίδιο της λείας για το δημόσιο ταμείο αυτή ήταν η διένεξη που έδωσε στους πρόκριτους της Ύδρας την αφορμή που χρειάζονταν για να τον διώξουν.

Ο ελληνικός στόλος επιτέθηκε έπειτα σε άλλες καραβιές προσκυνητών – ήταν η περίοδος του Χατζ και πολλοί έπαιρναν τον δρόμο για τη Μέκκα με αποτέλεσμα να σημάνει συναγερμός στα μικρασιατικά παράλια: ένας Αλγερινός ονόματι Ελ-Χατζ Χελίλ, γράφοντας στην πατρίδα του από τη Σμύρνη, ελεεινολογούσε τις συχνές επιθέσεις αυτών των «απίστων» εναντίον θεοσεβούμε νων μουσουλμάνων. Οι καταδρομές ανησύχησαν πάρα πολύ τον Σουλτάνο και τους υπουργούς του: όχι μόνο έπλητταν τον τίτλο του ως Υπερασπιστή των Ιερών Τόπων του Ισλάμ, αλλά και αναδείκνυαν πόσο λίγο έλεγχε τις θάλασσες η αυτοκρατορία, πόσο περιορισμένους ναυτικούς πόρους διέθετε και πόση ελευθερία κινήσεων είχαν οι στασιαστές.

Μπορεί η είδηση του απαγχονισμού του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως να είχε οξύνει στους Έλληνες ναυτικούς το αίσθημα του θρησκευτικού πολέμου, αλλά ένας ένθερμος Γάλλος φιλέλληνας που δούλευε στο προξενείο της Σμύρνης σοκαρίστηκε παρ' όλα αυτά από την ωμότητα που είχαν επιδείξει. Η δολοφονική μεταχείριση των μουσουλμάνων που αιχμαλώτιζαν, επιβατών και πληρωμάτων, δεν μπορούσε, έγραφε, να δικαιολογηθεί από την έξαψη της μάχης, αφού συνέβαινε μονίμως εν ψυχρώ. Αυτοί που πολεμούσαν είχαν βγει στη θάλασσα για να πολεμήσουν τους «εχθρούς μουσουλμάνους του γένους μας», όπως έλεγε το γραπτό υποσχετήριο ενός καπετάνιου από την Πάτμο. Όμως το θρησκευτικό μίσος δεν ήταν το μόνο αίτιο της βίας. Τα πληρώματα των ελληνικών σκαφών που έβγαιναν για κούρσο –οι ναυτικοί χρησιμοποιούσαν την ιταλική λέξη (corso) για τις πειρατικές επιδρομές– συχνά έδερναν, σκότωναν ή έπνιγαν τα δύστυχα θύματά τους, ακόμη κι όταν αποδεικνύονταν χριστιανοί, και μάλιστα Έλληνες. Έξω από τη Ρόδο, ένας Κύπριος εθελοντής που πήγαινε να πολεμήσει συνάντησε κάτι Έλληνες πειρατές στη θάλασσα και μαζί με τους συντρόφους του, τους απέκρουσαν με την απειλή των όπλων. Λίγες μέρες μετά ξανασυναντήθηκαν όλοι στην ξηρά, στη Σύρο, και οι πειρατές παραδέχτηκαν γελαστά στα παραλίγο θύματά τους ότι αν τους είχαν πιάσει θα τους έκοβαν τον λαιμό. Κάπου έξω από την Τζια, ένας επιβάτης ρώτησε θορυβημένος αν ένα σκάφος που πλησίαζε γοργά ήταν τούρκικο. «Μακάρι να 'ναι Τούρκοι!» απάντησε ο Έλληνας καπετάνιος, καθώς το πλήρωμά του ετοιμαζόταν να βουτήξει και να κολυμπήσει ως την ακτή.

Παρά τα ευγενή αισθήματα της προκήρυξης της 18ης Απριλίου, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην πειρατεία και στην πολεμική δράση ήταν θολή, ιδίως αφού πολλοί Έλληνες καπετάνιοι και τα απλήρωτα πληρώματά τους δεν σέβονταν πάντα την ασυλία των ουδέτερων σημαιών. Οι παρεπόμενες διπλωματικές τριβές υπήρξαν εξαρχής ένα μείζον πολιτικό πρόβλημα για την επανάσταση.
1 .

Άβαταρ μέλους
Ακρίδης Κατσαριδόπουλος
Crazy poster
Crazy poster
Δημοσιεύσεις: 1144

Re: Μερικές αλήθειες που δεν ήξερες για το 1821

Δημοσίευσηαπό Ακρίδης Κατσαριδόπουλος » 19 Φεβ 2023, 19:20

Οι Κοτσαμπάσηδες

Οι Έλληνες πρόκριτοι του Μοριά, οι κοτσαμπάσηδες των δημοτικών τραγουδιών, συγκαταλέγονται στους πιο σπουδαίους και επαμφοτερίζοντες πρωταγωνιστές της όλης περιπέτειας του 1821. Διότι το πραγματικά εντυπωσιακό γνώρισμα αυτής της περιοχής, που την έκανε να ξεχωρίζει από το μεγαλύτερο μέρος των υπόλοιπων Βαλκανίων, ήταν ο απρόσμενος βαθμός αυτονομίας, στο πλαίσιο της αυτοκρατορικής εξουσίας, που είχε παραχωρηθεί στον χριστιανικό της πληθυσμό γενικά και στις πιο ισχυρές οικογένειές του ειδικότερα. Κάποιες απ' αυτές θα έπαιζαν ηγετικό ρόλο στον πόλεμο και θα συγκροτούσαν έτσι πολιτικές δυναστείες, που επιβίωσαν και στον 20ό αιώνα. Οι απομνημονευματογράφοι τους εξυμνούν την ουσιαστική συνεισφορά αυτών των ανθρώπων, που ήταν «μεγαλόνοες, φρόνιμοι, με πολλήν ικανότητα, με μεγάλην φιλοπατρίαν και αρχάς αναλλοιώτους». Άλλοι όμως τους περιέγραφαν πολύ διαφορετικά· για πολλούς Έλληνες τότε και αργότερα δεν ήταν παρά «Τουρκολάτραι» και κάτι χειρότερο – «συνεργάτες», για να χρησιμοποιήσουμε το φορτισμένο λεξιλόγιο μιας κατοπινής εποχής.

Για τον σουλτάνο, η αξία αυτών των χριστιανών προεστών είχε να κάνει με την ικανότητά τους να συγκεντρώνουν έσοδα από τη γη και από αυτούς που τη δούλευαν. Η Πελοπόννησος διαιρούνταν σε είκοσι τέσσερις διοικητικές μονάδες, τους καζάδες, που καθένας τους τελούσε υπό έναν μουσουλμάνο βοεβόδα κι έναν χριστιανό κοτσάμπαση· ο τελευταίος όφειλε ανάμεσα στ' άλλα να επιμερίζει και να εισπράττει τους φόρους των χριστιανών για λογαριασμό της οθωμανικής κυβέρνησης. Τον κοτσάμπαση τον διάλεγε κάθε χρόνο μια συνέλευση των δημογερόντων από τα χωριά του κάθε καζά. Οι κοτσαμπάσηδες, με τη σειρά τους, συνέρχονταν για να διαλέξουν από τους κόλπους τους δύο μέλη που θα παρακάθονταν μαζί με τους μουσουλμάνους ομολόγους τους στο συμβούλιο του πασά. Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των ελληνικών οικογενειών προυχόντων από τις οποίες επιλέγονταν οι κοτσαμπάσηδες κυμαίνονται από 80 έως σχεδόν 200, αλλά υπήρχαν γύρω στα 25 σόγια που έμελλε να παίξουν κομβικό πολιτικό ρόλο στον ξεσηκωμό, και δύο από αυτά οι Λόντοι και οι Δεληγιανναίοι ηγούνταν των φατριών που είχαν τελικά κυριαρχήσει στα προηγούμενα χρόνια. Η ισχύς αυτών των οικογενειών ήταν δυναστικού τύπου εξασφαλιζόταν με επιγαμίες και τελούσε υπό τη γενική εξουσία ενός πάτερ φαμίλια που διαφέντευε ένα εκτεταμένο συγγενολόι. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης είχε οκτώ αδέρφια, τα περισσότερα αγόρια ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, ο Πετρόμπεης της Μάνης, είχε πέντε γιους κι έξι αδερφούς, που όλοι τους, μας λέει ένα πρωτοπαλίκαρό του, «είχον θρησκευτικήν υποταγήν εις τας διαταγάς του». Τέτοια μεγάλα νοικοκυριά συχνά αριθμούσαν δεκάδες μέλη και άλλους τόσους υπηρέτες.

Αυτή η ασυνήθιστη μορφή τοπικής διακυβέρνησης είχε επιτρέψει στους Έλληνες της περιοχής να αναπτύξουν μια σημαντική παράδοση συλλογικής διαβούλευσης υπό οθωμανική εξουσία: στη Μάνη, που ήταν διοικητικά ξέχωρη από το πασαλίκι του Μοριά, αυτό σήμαινε στην ουσία αυτοδιοίκηση υπό τον μπέη τους, ο οποίος επιλεγόταν πάντα από ένα από τα μεγάλα σόγια της χερσονήσου. Οι Έλληνες Μοραΐτες είχαν κι άλλα δικαιώματα, όπως το προνόμιο να στέλνουν εκπροσώπους τους στην Κωνσταντινούπολη για να εκφράσουν τα παράπονά τους στην αυλή του σουλτάνου (κάτι που δεν είχαν οι μουσουλμάνοι). Το δικαστικό τους σύστημα ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτόνομο από το οθωμανικό κράτος και το διηύθυναν οι επίσκοποί τους σύμφωνα με το βυζαντινό εκκλησιαστικό δίκαιο· είχαν ως και το δικαίωμα να επιλέγουν τον μουσουλμάνο καδή και τον βοεβόδα του καζά τους. Αυτές οι ρυθμίσεις και η ισχύς που προσέδιδαν στην τοπική χριστιανική ηγεσία έκαναν τόση εντύπωση σε κάποιους παρατηρητές, ώστε ένας Γάλλος πρόξενος είδε στην πόλη της Καλαμάτας το 1788 ένα είδος «αριστοκρατικής δημοκρατίας υποταγμένης στον σουλτάνο».

Όμως αυτή η «αριστοκρατική δημοκρατία» ήταν μέρος μιας ιεραρχικής κοινωνικής δομής, με τους φτωχούς χωρικούς που έσπερναν και θέριζαν τα σπαρτά καθηλωμένους στη βάση της. Η μεγαλύτερη κοινωνική κατηγορία, οι χριστιανοί αγρότες του Μοριά, ήταν εκείνοι που θα ξεσηκώνονταν το 1821, συγκροτώντας τον κύριο όγκο των πρώτων μαχητικών σχηματισμών, και θα στήριζαν την εξέγερση τα επόμενα χρόνια. Η ζωή τους ήταν δύσκολη ακόμη και τις καλύτερες χρονιές, γιατί μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου ήταν ορεινό και σχετικά φτωχό σε αρόσιμη γη. Τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα όμως, η δημοσιονομική κρίση του οθωμανικού κράτους, ιδίως κατά τους Ναπολεόντειους Πολέμους, είχε ως συνέπεια ολοένα μεγαλύτερες φορολογικές επιβαρύνσεις, στις οποίες πολλοί χωρικοί δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν. Μία διέξοδος ήταν η κλεφτουριά και μία άλλη η αποδημία, κι έτσι πολλοί αγρότες εγκατέλειπαν την οθωμανική επικράτεια, εκκενώνοντας ολόκληρα χωριά, και αναζητούσαν αλλού μια πιο εύκολη και άνετη ζωή. Όσοι έμεναν ήταν σχεδόν αδύνατο να μην καταχρεωθούν ο δανεισμός χρήματος έγινε εξίσου κερδοφόρος με τη μίσθωση φόρων για τους μουσουλμάνους και τους χριστιανούς πρόκριτους, ενισχύοντας τον έλεγχό τους πάνω στους χωρικούς. Υπήρχε κι ένας τέταρτος δρόμος, ο εξισλαμισμός, φαινόμενο που εξαπλώθηκε τον ύστερο 18ο αιώνα, ιδίως στα δυτικά, στα αρβανιτοχώρια γύρω από τη Γαστούνη και το Φανάρι, και στα νότια, κοντά στον Μυστρά. Έτσι ένα περίπλοκο δίχτυ συναλλαγών έδενε τους προεστούς με τους χωρικούς, μουσουλμάνους και χριστιανούς.

Διόλου παράξενο λοιπόν ότι σε αυτές τις συνθήκες, όπου η αριθμητική κυριαρχία των Ελλήνων αντισταθμιζόταν από την πολιτική κυριαρχία των Οθωμανών μουσουλμάνων, υπήρχε μεγάλη αλληλεπίδραση ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; Γύρω από την καλλιέργεια της γης δημιουργούνταν δεσμοί που γεφύρωναν τις θρησκευτικές διαιρέσεις. Στην ενδοχώρα της Μονεμβασιάς, όπως μας λέει ένας Έλληνας χρονικογράφος, μουσουλμάνοι και χριστιανοί αγρότες ζούσαν «εν ειρήνη». Οι πρώτοι είχαν «σχεδόν εξελληνισθή», μιλώντας ελληνικά κι έχοντας πάψει να φορούν μουσουλμανικά ρούχα. «Ούτε η δεσποτεία αυτών ήτο τυραννική και βάρβαρος». Οι οθωμανικοί τρόποι διαμόρφωναν ιδιαίτερα τις συνήθειες και τη συμπεριφορά των Ελλήνων προκρίτων, που ντύνονταν και φέρονταν τόσο πολύ σαν μουσουλμάνοι άρχοντες ώστε στα μάτια των φτωχότερων Ελλήνων δεν υπήρχε μεγάλη διαφορά μεταξύ τους. Ο Φωτάκος, αγωνιστής με ταπεινή καταγωγή, μας λέει: «Τοιούτος ήτο ο κοτσάμπασης, όστις και κατά τα άλλα πάντα εμιμείτο τον Τούρκον, καθώς εις την ενδυμασίαν, εις τους εξωτερικούς τρόπους και εις τα της οικίας του. Η ευζωία του ήτο ομοία με εκείνην του Τούρκου, και μόνον κατά το όνομα διέφερεν, αντί π.χ. να τον λέγουν Κασάνην [Χασάν], τον έλεγαν Γιάννην, και αντί να πηγαίνη εις το τσαμί επήγαινεν εις την εκκλησίαν». Η έκφραση που χρησιμοποιούσαν οι χωρικοί γι' αυτούς τους πρόκριτους ήταν «το γουναρικό», εννοώντας όσους φορούσαν πολυτελή ενδύματα κατά το οθωμανικό στιλ. Κι ένα από τα κύρια συμβολικά βήματα που έκαναν οι προύχοντες τις πρώτες μέρες του ξεσηκωμού ήταν να πετάξουν τα «ασιατικά» τους πλουμίδια και να ντυθούν χωριάτικα ελληνικά, σάμπως για να ενισχύσουν τα εθνικά τους διαπιστευτήρια.
1 .


Επιστροφή σε “Ιστορία”