Εξπρεσιονισμός

Φωτογραφία, Ζωγραφική, Γλυπτική κλπ.
Άβαταρ μέλους
Εσθήρ
Basic poster
Basic poster
Δημοσιεύσεις: 622

Re: Εξπρεσιονισμός

Δημοσίευσηαπό Εσθήρ » 21 Ιουν 2020, 20:12

Απο τη Χαρά Κωστοπούλου

Vincent Van Gogh

Οι πληροφορίες που παίρνουμε για τον ζωγράφο, έχουν αντληθεί μέσα από τα γράμματά του, κυρίως προς τον αδελφό του Theo, με τον οποίο τους ένωνε μια βαθιά σχέση και μερικά σε άλλους ανθρώπους, όπως στα τελευταία της ζωής του στο ζωγράφο Gaugin, καθώς και στους γιατρούς που είχαν αναλάβει τον άρρωστο πια Van Gogh.

Γεννήθηκε το 1853 σε μια επαρχιακή πόλη της Ολλανδίας. Ο πατέρας του ήταν πάστορας. Αυτό ήταν μια οικογενειακή παράδοση και τα περισσότερα μέλη της οικογένειας είχαν ακολουθήσει αυτό το δρόμο. Ξεκίνησε την εργασιακή ζωή του σαν πωλητής έργων τέχνης, κάτι όμως που δεν του ταίριαζε καθόλου. Έτσι έφυγε και πήγε στο Παρίσι, για να σπουδάσει αυτό που αγαπούσε. Η ζωή του συνέχισε να είναι επεισοδιακή. Αφήνει την τέχνη για να σπουδάσει Θεολογία. Ένα χρόνο μετά εγκαταλείπει τις σπουδές του θέλοντας να βοηθήσει τους ανθρώπους που υπέφεραν. Μετά από μια σειρά κηρύγματα και επισκέψεις σε αρρώστους, διορίζεται αλλά από κει θα τον διώξουν λόγω της υπερβολικής του αυταπάρνησης. Συνεχίζει την ενασχόλησή του με την τέχνη. Ένας σημαντικός σταθμός, είναι τα χρόνια που πέρασε στην Άρλ της Ν. Γαλλίας. Όμως το νευρικό του σύστημα δε θ’ αντέξει για πολύ. Η ψυχική του ασθένεια, που το ακριβές περιεχόμενό της, αμφισβητείται ως σήμερα και που τον οδηγεί να κόψει το αυτί του αρχικά και να αυτοπυροβοληθεί στο στήθος αργότερα, αποτελεί την κορυφαία στιγμή, στην έτσι κι αλλιώς πολυτάραχη ζωή του.

Ο Pablo Picasso, κατεξοχήν καλλιτέχνης - ήρωας, του 20ου αιώνα θεωρεί τον Van Gogh, το αρχέτυπο της σύγχρονης καλλιτεχνικής ατομικότητας.

Οι παραλλαγές της αυτοπρωσοπογραφίας του Van Gogh, καθ’ οδόν προς την Tarascon (καταστράφηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο), που ζωγράφισε ο Francis Bacon , αποτελούν φόρο τιμής στον καθημερινό μόχθο καλλιτέχνη, συμβάλλοντας στο να μετατραπεί ο Van Gogh σε σύμβολο της κατάστασης και της μοίρας του καλλιτέχνη στην εποχή μας. Η ιστορία του Van Gogh αποτελεί μέρος της συζήτησης για τον μοντερνισμό. Το έργο του εκτιμήθηκε ελάχιστα όσο ζούσε. Άρχισε να προκαλεί το ενδιαφέρον του κοινού και των κριτικών, μετά τον θάνατό του, συμφωνώντας με το ιδεώδες του καλλιτέχνη - προφήτη, που προηγείται της εποχής του. Η ασθένειά του, που κατέληξε να ταυτίζεται συνοπτικά με την τρέλα και η σύνδεση της τρέλας με την υπερφυσική δημιουργική έμπνευση, επέτρεψαν την αποσύνδεση του έργου του από το συκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο έζησε.

Η ψυχική του ασθένεια πιθανώς επηρέασε τον τρόπο της δουλειάς του. Ο Karl Jaspers, σε μια μελέτη του το 1922 για τον Van Gogh, έκανε λόγο για σχιζοφρένεια, ενώ άλλοι μίλησαν για εκφυλιστικές τάσεις από παρατεταμένη χρήση αψεντίου. Η επιληψία πιθανώς επιδεινούμενη από άλλους παράγοντες, παραμένει η πιθανότερη εκδοχή. Η πολύ πιο αόριστη έννοια της τρέλας, κυριαρχεί στην εικόνα που έχει το πλατύ κοινό για τον άνθρωπο Van Gogh. Ακόμα και η αυτοκτονία του περνά συχνά σε δεύτερη μοίρα, μπροστά στο εντυπωσιακότερο ίσως περιστατικό, του ότι έκοψε το αυτί του.

Ο καλλιτέχνης Van Gogh, αποτελεί το σημείο στο οποίο συγκλίνουν συζητήσεις για την τρέλα και την δημιουργικότητα, που και οι δύο συχνά αντιμετωπίζονται ως ακραίες, ή ακόμα και παρεκκλίνουσες κοινωνικές συμπεριφορές. Άλλωστε ο ίδιος ο Van Gogh μιλούσε για την “τρέλα του καλλιτέχνη”, (σε γράμμα προς τον αδελφό του Theo), δίνοντας το έναυσμα για τη σύνδεση της ασθένειάς του με την καλλιτεχνική του ιδιότητα.

Ο Albert Aurier ήταν ο πρώτος κριτικός που είδε με συμπάθεια το έργο του Van Gogh. Σκοπός του ήταν μέσα από το άρθρο του να διαμορφώσει μια θεωρία για την συμβολιστική ζωγραφική. Στο κείμενό του “Οι απομονωμένοι: Vincent Van Gogh”, που δημοσιεύθηκε στο πρώτο τεύχος της συμβολιστικής επιθεώρησης Mercure de France (1890), o Aurie έγραφε: “είναι επομένως νόμιμο να βγάλουμε συμπεράσματα από τα έργα του για την ιδιοσυγκρασία του Van Gogh ως ανθρώπου ή μάλλον ως καλλιτέχνη. Συμπεράσματα που θα μπορούσα να ενισχύσω, αν ήθελα, επικαλούμενος βιογραφικά στοιχεία”. Υποστηρίζοντας τη σχέση αυτή, ανάμεσα στη προσωπικότητα και το έργο του καλλιτέχνη, ο Aurier προσθέτει ότι ο Van Gogh κατέχεται από παραλήρημα. Είναι μια τρομακτική παράφρων μεγαλοφυία, συχνά υψιπετής, μερικές φορές γκροτέσκα, πάντοτε στα όρια του παθολογικού. Με την υπερευαισθησία του, διακρίνει με αφύσικη ένταση, τα αδιόρατα μυστικά γνωρίσματα των γραμμών και των μορφών και ακόμα περισσότερο τα χρώματα, τους φωτισμούς, τις αποχρώσεις που διαφεύγουν στους υγιείς σπουδαστές, τους μαγικούς κραδασμούς των σκιών. Καταλήγοντας ο Aurier διατύπωνε την άποψη ότι ο Van Gogh είχε την ψυχή ενός οραματιστή τόσο πρωτότυπη και τόσο απόμακρη από τους κύκλους της μίζερης τέχνης της εποχής του. Ποτέ δε θα γίνει απόλυτα κατανοητός παρά μόνο από τις αδελφές ψυχές, τους πραγματικούς καλλιτέχνες και τους ευτυχείς εκείνους κοινούς θνητούς που θα έχουν ξεφύγει από την καλοκάγαθη διδασκαλία του κοινού τόπου.

Από το 1889 στη Γαλλία έργα του έχουν εκτεθεί στο ετήσιο Σαλόνι των Ανεξάρτητων. Ο Emil Bernar, ζωγράφος, κριτικός και προσωπικός του φίλος, προσπάθησε να τον εντάξει στις δικές του συμβολιστικές αναζητήσεις. Οι αντιδράσεις που προκάλεσε ο Συμβολισμός στις αρχές του 20ου αιώνα, είχαν σαν αποτέλεσμα, να αποσυνδεθεί η τέχνη του Van Gogh από την προσωπικότητά του και να τονιστεί ο οραματικός, ευεργετικός και πανυγηρικός χαρακτήρας της.

Χάρη στην έκθεση του 1905 στο σαλόνι των ανεξάρτητων, ο Maurice de Vlaminck και οι άλλοι ζωγράφοι της γενιάς των Φωβιστών, αφομοίωσαν τις μορφολογικές και χρωματικές αρετές του Van Gogh, συμβάλλοντας μάλιστα στην αναδρομική πίστωσή του με τον δικό τους ριζοσπαστικό και καλλιτεχνικό αναρχισμό.

Στη Γερμανία, μετά από μια πρώτη περίοδο αδιαφορίας, εμφανίστηκαν έργα του Van Gogh, στις εκθέσεις της απόσχισης (Sezzesion) του Βερολίνου και του Μονάχου, το 1901 και 1902. Από το 1905 το κοινό των γερμανικών πόλεων, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει το έργο του, με αποκορύφωμα την έκθεση 74 έργων του, στην γκαλερί του Paul Cassiser, το 1910. Η γενιά των Εξπρεσιονιστών τον αναγνώρισε ως πρόδρομό της, ενώ το έργο του άρχισε να αναφέρεται ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον Ιμπρεσιονισμό και τον Εξπρεσιονισμό στις περισσότερο συνοπτικές παρουσιάσεις των μοντέρνων κινημάτων. Οι εξπρεσιονιστές τον πρόβαλλαν ως υπόδειγμα προσωπικών συναισθηματικών, εικαστικών υπερβολών και ατομικής καλλιτεχνικής αγωνίας.

Ο Van Gogh ήταν ο λιγότερο θεωρητικός από τους συμβολιστές ζωγράφους. Αυτό δε σημαίνει και ότι ζωγράφιζε χρησιμοποιώντας απλώς το ένστικτό του και τα συναισθήματά του. Πριν ακόμα ασχοληθεί επαγγελματικά με τη ζωγραφική, είχε διαμορφωμένες απόψεις για τη τέχνη και τους σκοπούς της. Οι ιδέες του και η καλλιτεχνική του πρακτική βρίσκονταν μόνιμα σε σχέση αμοιβαίας επίδρασης και αναθεώρησης, σε όλη τη διάρκεια της σύντομης αλλά τόσο πληθωρικής σταδιοδρομίας του.

Τα γράμματά του είναι γεμάτα από ιδέες, που υπόκεινται σε συνεχή δοκιμασία και αναθεώρηση και αφορούν όχι μόνο τις μεθόδους και την τεχνική του, αλλά και τον κοινωνικό ρόλο της τέχνης. Στην ολλανδική του περίοδο, τον απασχολούσε ξανά το χρώμα. Οι γήινοι τόνοι κυριαρχούσαν στο έργο του. Η επιθυμία του για εντονότερες χρωματικές εμπειρίες ήταν ένας από τους λόγους της αναχώρησής του για τη Ν. Γαλλία. Στους πίνακές του ζωγράφιζε στην Αρλ. Τα φυσικά χρώματα των αντικειμένων γίνονται εντονότερα, σε μια προσπάθεια να εκφράσουν ψυχικές καταστάσεις.

Μέσα από το έργο του φαίνονται οι αντιρρήσεις του για την ακαδημαϊκή διδασκαλία και τους σκοπούς που εξυπηρετούσε. Ο ρεαλισμός του δεν είχε σχέση με τον ρεαλισμό του Gustave Courbet ή τον νατουραλισμό των πρώτων ιμπρεσιονιστών. Το υπερτονισμένο σχέδιο και τα ζωηρά χρώματα, χωρίς να αδιαφορούν για τη φύση, αναδεικνύουν και εκφράζουν πιο έντονα τις εμπειρίες και τα συναισθήματά του. Η απομάκρυνσή του από το νατουραλισμό δεν περιοριζόταν στην περιφρόνησή του για το φυσικό χρώμα των αντικειμένων. Ήταν φανερή η τάση του για πολύ κοντινές, σχεδόν εξωπραγματικές γωνίες.

Αξίζει να αναφερθούμε στους “Πατατοφάγους”. Μας τους παρουσιάζει μίζερους, κατσούφηδες και άχαρους, κάτι που έρχεται να ταράξει την ειδυλλιακή εικόνα της αγροτικής ζωής που έχει τις ρίζες της στον ρομαντισμό. Οι μορφές δείχνουν τραγικά μόνες και αποξενωμένες μέσα στην τραγική γεωμετρία της σύνθεσης. Τα ροζιασμένα χέρια και τα σκιασμένα πρόσωπα των χωρικών, τείνουν να γίνουν ένα με τις πατάτες της πιατέλας, που τα ίδια αυτά χέρια έχουν βγάλει από τη γη με τόσο κόπο. Η λάμπα φωτίζει δραματικά τα σχεδόν παραμορφωμένα πρόσωπα, όσο και τις πατάτες. Ο ατμός από τις καυτές πατάτες δημιουργεί ένα φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι του μικρού κοριτσιού. Θέλει να μιλήσει για τη χειρωνακτική εργασία και τον κύριο τρόπο των ανθρώπων αυτών να κερδίζουν τα προς το ζην. Βλέπουμε δηλαδή την δύναμη των έργων του που είναι μια διαμαρτυρία ως προς τον τρόπο ζωής της εποχής του. Δε μπορεί να μείνει αμέτοχος στις δυσκολίες των άλλων. Κάτι που έχει ήδη νωρίτερα κάνει στη ζωή του, δείχνοντας πραγματική αυταπάρνηση, όταν πιστεύει πως αξίζει να το κάνει.

Από τον τρόπο δουλειάς αυτού του ζωγράφου δεν αφήνεται κανένα ερωτηματικό στο γιατί οι εξπρεσιονιστές, τον θεώρησαν το μεγαλύτερό τους πρόδρομο. Θα μας μιλήσουν για το υποκειμενικό της εσωτερικής πραγματικότητας με τη δυναμική τους έκφραση. Θα βρουν μεγάλες ομοιότητες στη δουλειά τους, με αυτή του Van Gogh. Τα παχιά στρώματα χρώματος, οι έντονες χρωματικές αντιθέσεις, καθώς και οι παραμορφώσεις της φόρμας, που χαρακτηρίζουν τα γερμανικά εξπρεσιονιστικά έργα, μπορούν άνετα να χρησιμοποιηθούν για να περιγράψουν τη δουλειά του Van Gogh, ο οποίος θα οργανώσει τους πίνακές του με έντονα περιγράμματα, που ξεχωρίζουν την εικόνα από το φόντο και τη φορτίζουν με συμβολική σημασία, που μπορεί να συγκριθεί με τη βίαιη συγκίνηση των εξπρεσιονιστών, που και οι δύο θέλουν να φτάσουν στα όνειρα.

Αυτή του η υπερδιέγερση θα εκφραστεί με μικρές πινελιές, που θα φανερώσουν τη παράφορη ζωτικότητα της χρωματικής ύλης, αφού σπάνια αναλύει το χρώμα. Θα χρησιμοποιήσει σύντομες γραμμές, ευθείες και καμπύλες που πότε αλληλοσυγκρούονται και πότε δένονται αρμονικά. Η διανοητική επεξεργασία, που τον οδηγεί να διαλέξει τη χρωματική αυθαιρεσία και την παραμόρφωση των φαινομένων, μετουσιώνονται στην έκφραση με καυτό αυθορμητισμό.

Του φτάνει να σταθεί μπροστά στα όντα και στα πράγματα, ακόμα και στα πιο απλά, για να αισθανθεί αμέσως, ότι δονείται από πάθη και συναισθήματα. Καταργεί κάθε διανοητικό πλέγμα που μπορεί να τον χωρίσει από την πραγματικότητα και ενσαρκώνεται τον εσωτερικό του κόσμο μέσα στη πραγματικότητα, επιθέτοντας τη σφραγίδα του πόνου.

Δεν είναι τυχαίο, πως στη περίοδο που δεν είχε ξεκαθαριστεί ποιος πρωτοχρησιμοποίησε τον όρο εξπρεσιονισμό, ο μεγάλος ιστορικός της τέχνης Wilhelm Worringer, τον χρησιμοποίησε για να χαρακτηρίσει το περιεχόμενο των έργων του Van Gogh. Είναι άλλωστε γνωστό πως ο Kirchner και ο Schmidt-Rottluff δήλωσαν πως μέσα στους ζωγράφους που είχαν για αφετηρία, ήταν κι ο Van Gogh. Έργα του εκτέθηκαν στην πρώτη μεταιμπρεσιονιστική έκθεση που οργανώθηκε στο Μόναχο το 1904. Στα έργα του Kirchner όπου έχει δεχθεί επιδράσεις από διάφορες περιοχές, κυρίως των παλαιότερων περιόδων του, θα δούμε σημαντικά επηρεασμένος και από τον Van Gogh.

Επομένως κάθε προσπάθεια απομυθοποίησης του Van Gogh και ένταξής του στα πολιτιστικά συμφραζόμενα της εποχής του, δεν μπορεί παρά να έχει περιορισμένη μόνο αξία και σημασία, έστω κι αν μας βοηθά να κατανοήσουμε το έργο του.

***

Πολύ ξεκάθαρα θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε έναν ορισμό του εξπρεσιονισμού για να χαρακτηρίσουμε συγκριτικά, τη δουλειά των παραπάνω μεγάλων ζωγράφων.

Ο εξπρεσιονισμός (σαν στιλιστική αφετηρία), έχει την κυριαρχία του υποκειμενικού και την ανεξαρτησία του ατομικού, την απόλυτη ελευθερία του δημιουργού να ακολουθήσει όποιο δρόμο θέλει, για να εξωτερικεύσει το όραμά του.

Τόσο στα έργα των εξπρεσιονιστών όσο και στους ζωγράφους που εξετάσαμε, κοινά τους χαρακτηριστικά είναι το πάθος και συχνά ο παροξυσμός του χρώματος. Η βιαιότητα και η σκληρότητά της γραμμής, η αυθαιρεσία της σύνθεσης και η παραμόρφωση της φόρμας. Η περιφρόνηση των αντικειμενικών στοιχείων του θέματος και η κυριαρχία της εσωτερικής συγκίνησης. Και στις δύο περιπτώσεις βλέπουμε μια επιστροφή στον άνθρωπο, τα ψυχικά του βιώματα και την ανάγκη να εκφραστούν ακόμα και οι δονήσεις του κοινωνικού σώματος.

Ο καθένας χρησιμοποιεί το δικό του τρόπο. Ο Greco το μυστικισμό του, ο Van Gogh το συμβολισμό του και ο Goya θα κραυγάσει τους φόβους του.


Είναι φανερή η μεταφορά του κέντρου βάρους, από τον κόσμο στον άνθρωπο, από το τοπίο στο ανθρώπινο πρόσωπο, από το εξωτερικό στο εσωτερικό. Από τη χαρά για το γνωστό, στο φόβο για το άγνωστο. Από τα συγκεκριμένα στοιχεία της συνείδησης, στις αβυσσαλέες περιοχές του υποσυνείδητου.
Εικόνα

Βιβλιογραφία:

* Ιστορία του 20ου αιώνα, Χρ. Χρήστου, Εκδ. Βάνιας.

* Λεξικό εικαστικών τεχνών, Χέρμπερτ Ρηντ, Εκδ. Υποδομή.

* Τέχνη του 20ου αιώνα, Άλκη Χαραλαμπίδη, Εκδ. University Studio Press.

*Goya, Rose-Marie Rainer Hagen, Εκδ. Taschen.

*Van Gogh, Μελίσσα Μακ Κουίλαν, Εκδ. Υποδομή.

* El Greco, Ταυτότητα και μεταμόρφωση, Επιμ. Jose A Ivarez Lopera, Εκδ. Εθνικής Πινακοθήκης - Μουσείο Αλ. Σούτσου.

* Θησαυρός Γνώσεων, Χαρ. Μηχιώτη, Εγκυκλοπαίδεια

*Τα αριστουργήματα της τέχνης, Οι μεγάλοι ζωγράφοι από τον 19ο στον 20ο αιώνα,

Εκδ. Fabri – Μέλισσα.

* Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα.

https://sites.google.com/site/harakosto ... esionismou
0 .
Ο φθόνος είναι συντετριμμένος θαυμασμός.
Σέρεν Κίρκεγκορ, 1813-1855, Δανός φιλόσοφος


Επιστροφή σε “Καλές Τέχνες”