Δημοσιεύθηκε στην διαδικτυακή επιθεώρηση Spiked Online, 08/09/2022
Από το ξέσπασμα των διαδηλώσεων Black Lives Matter, πριν από λίγους μήνες, υπήρξαν διάφορες προσπάθειες αποκατάστασης της βίας και της λεηλασίας ως αποδεκτών και μάλιστα αξιέπαινων μορφών πολιτικής διαμαρτυρίας. Η τάση αυτή είχε παρατηρηθεί στο παρελθόν το 2011, κατά τη διάρκεια ταραχών σε πόλεις της Αγγλίας, όταν το BBC αναφερόταν στους ταραξίες και τους πλιατσικολόγους ως «διαδηλωτές». Τότε, το BBC αναγκάστηκε να αναγνωρίσει ότι ήταν λάθος να παρουσιάζει τις λεηλασίες ως μορφή διαμαρτυρίας. Εννέα χρόνια μετά, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης είναι εκείνα που επιδίδονται τώρα ολόψυχα στην εξυγίανση των λεηλασιών.
Μέχρι πρόσφατα, οι λεηλασίες θεωρούνταν ως σύμπτωμα αποσύνθεσης της κοινότητας, και καταδικαζόταν ως αντικοινωνική συμπεριφορά. Σε προηγούμενες εποχές, ακόμη και όσοι συμπαθούσαν τον σκοπό και την προοπτική των ανθρώπων που συμμετείχαν σε ταραχές, δεν υποστήριζαν τις λεηλασίες. Οι κοινωνικοί επιστήμονες συνέταξαν μελέτες που εξηγούσαν γιατί οι άνθρωποι εξεγείρονταν και λεηλατούσαν. Στόχος τους ήταν να κατανοήσουν γιατί σε ορισμένες περιπτώσεις οι άνθρωποι υιοθετούν καταστροφικές μορφές συμπεριφοράς που τραυματίζουν τις ίδιες τις κοινότητές τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι κοινωνικοί επιστήμονες υποστήριξαν ότι οι ταραχές θα πρέπει να θεωρούνται ως πολιτική έκφραση ανθρώπων χωρίς φωνή. Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Ένα κομμάτι των πολιτιστικών ελίτ δεν ενδιαφέρονται πλέον απλώς να εξηγήσουν γιατί συμβαίνουν οι ταραχές και λεηλασίες –στην πραγματικότητα δικαιολογούν τις λεηλασίες και εκθειάζουν τις αρετές τους.
Για παράδειγμα, ο Μάθιου Κλέρ, επίκουρος καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, φαίνεται να δυσανασχετεί με το γεγονός ότι ο όρος «λεηλασία« έχει «αρνητική χροιά». Λέει ότι αυτή η αρνητική αναπαράσταση των λεηλασιών κρύβει από πίσω της ρατσισμό. Έτσι, «ο όρος είναι φυλετικοποιημένος και χρησιμοποιείται συχνά για να καταδικάσει πολιτικές πράξεις που απειλούν τη λευκή υπεροχή και τον φυλετικό καπιταλισμό». Αυτή η ιδέα ότι η αρνητική θεώρηση του πλιάτσικου καθοδηγείται από ρατσιστικά κίνητρα βρίσκει ευρεία ανταπόκριση στις απόψεις εκείνων που θέλουν να εξομαλύνουν τέτοιου είδους αντικοινωνικές συμπεριφορές. Αυτό που παραβλέπεται είναι ότι, ιστορικά, η αρνητική διαμόρφωση του πλιάτσικου επικρατούσε και στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπου η καταστροφική συμπεριφορά των λευκών ταραχοποιών θεωρούνταν σύμπτωμα πολιτισμικής παρακμής.
Η άρνηση να αναγνωριστεί η καταστροφική κλίμακα που έχουν προσλάβει οι ταραχές στις πόλεις φάνηκε με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο από το CNN. Σε ένα πρόσφατο δελτίο ειδήσεων που απεικόνιζε την φλεγόμενη από τις ταραχές Κενόσα, η λεζάντα έγραφε: «Πυρκαγιά αλλά κυρίως ειρηνική διαμαρτυρία». Η απροθυμία του CNN να αναγνωρίσει την υπερβολικά καταστροφική πραγματικότητα είναι σύμπτωμα της απροθυμίας των μέσων ενημέρωσης να παρουσιάσουν τους ταραξίες με αρνητικό τρόπο. Πράγματι, σε μεγάλο μέρος των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης, η λέξη «διαμαρτυρία» μετατρέπεται γρήγορα σε ευφημισμό για τις ταραχές. Όταν ένα δικαστήριο στο Όκλαντ της Καλιφόρνιας πυρπολήθηκε, το ABC News ανέφερε ότι μια «ειρηνική διαδήλωση [είχε] εκτραχυνθεί».
Η μισαλλοδοξία της κουλτούρας ακύρωσης
Αυτή η νέα φιλοσοφία της βίας είναι άμεσο αποτέλεσμα της ισχυρής επιρροής των πολιτικών της ταυτότητας στον αγγλοαμερικανικό κόσμο. Τα πανεπιστημιακά κινήματα που συνδέονται με τις πολιτικές ταυτότητας έχουν απαξιώσει το φιλελεύθερο ιδεώδες της ανεκτικότητας. Τις τελευταίες δεκαετίες, οι ακαδημαϊκοί υποστηρικτές των πολιτικών ταυτότητας παρείχαν διανοητική και ηθική υποστήριξη σε μια προοπτική που είναι ρητά μισαλλόδοξη απέναντι στις απόψεις των άλλων. Όπως εξήγησα στο βιβλίο μου του 2016, What’s Happened to the University? (Τι συμβαίνει στο Πανεπιστήμιο;), η ελευθερία και η ανεκτικότητα έχουν υποβαθμιστεί σε αξίες δεύτερης κατηγορίας. Η αστυνόμευση της γλώσσας και της συμπεριφοράς έχει θεσμοθετηθεί στα αγγλοαμερικανικά πανεπιστήμια. Οι διαδηλωτές των πανεπιστημίων έχουν παραμερίσει τη μακραίωνη παράδοση των έντονων αντιπαραθέσεων και τώρα επιδιώκουν να φιμώσουν τους ανθρώπους με τους οποίους διαφωνούν.
Μέχρι πρόσφατα, η κουλτούρα ακύρωσης και οι θεσμικά υποστηριζόμενες πράξεις μισαλλοδοξίας περιορίζονταν στα πανεπιστήμια. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν υπήρχε μεγάλη ανάγκη για τη ρητή χρήση βίας, επειδή οι διοικητικοί υπάλληλοι των πανεπιστημίων αναλάμβαναν ευχαρίστως την ευθύνη για την αστυνόμευση του λόγου και των συμπεριφορών. Ωστόσο, η αποδοχή της κουλτούρας της ακύρωσης περιείχε πάντα το υπονοούμενο ότι η βία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον του στόχου που ακυρωνόταν.
Και τα τελευταία χρόνια, η κουλτούρα της ακύρωσης έχει διαχυθεί στην υπόλοιπη κοινωνία. Τόσο ο ιδιωτικός όσο και ο δημόσιος τομέας έχουν βρεθεί υπό την επιρροή της κουλτούρας ακύρωσης. Και όπως είδαμε αυτό το καλοκαίρι, στο λιγότερο ευγενικό περιβάλλον της αστικής Αμερικής, η κουλτούρα της ακύρωσης αποκτά μια πολύ πιο σκοτεινή και καταστροφική δυναμική.
Είναι οι μισαλλόδοξες θεωρίες που αναδύθηκαν στα πανεπιστήμια που παρέχουν τα θεμέλια για τη σημερινή φιλοσοφία της βίας. Σε αντίθεση με τους πλιατσικολόγους του παρελθόντος, οι σημερινοί πλιατσικολόγοι μπορούν να αντλήσουν από τους διανοητικούς και ηθικούς πόρους της κουλτούρας της ακύρωσης. Κατά συνέπεια, η ηθική αυθεντία που περιβάλλει τις λεηλασίες και τις ταραχές σήμερα είναι αρκετά ισχυρή για να φιμώσει εκείνους τους Αμερικανούς που ανησυχούν και θλίβονται από τα πρόσφατα γεγονότα. Θα έχουν ενημερωθεί από τους σχολιαστές των μέσων ενημέρωσης ότι το να αποκαλείς τους διαδηλωτές «ταραξίες» είναι μια πράξη ανάλγητου ρατσισμού. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί φοβούνται ότι αν αποκαλέσουν μια εξέγερση με το όνομά της, θα κατηγορηθούν ότι πρεσβεύουν τη λευκή υπεροχή.
Πηγη https://ardin-rixi.gr/archives/246870